- επανεκδίδομαι
- επανεκδίδομαι, επανεκδόθηκα, επανεκδομένος βλ. πίν. 187
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
ξαναβγαίνω — 1. βγαίνω πάλι, εξέρχομαι για δεύτερη φορά 2. (για έντυπο) επανεκδίδομαι, κυκλοφορώ εκ νέου … Dictionary of Greek